lock up - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

lock up - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Lock-ups; Lock-Up; Lock-up; Lock Up; Lockup; Lockups; Lock ups; Lock up (disambiguation); Lock Up (disambiguation); Lock Up (band); Lock Up (film)

lock up         
κλειδώνω, κρατιούμαι, φυλακίζομαι
dress up         
  • Halloween costume party with a ghost
IN-PERSON OR VIDEO GAME INVOLVING COSTUMES OR FASHION APPLIED TO ONESELF OR A VIRTUAL MODEL OR CHARACTER
Dress Up; Doll maker (Internet); Dress up games; Dressed up; Frankendoll; Frankendolling; Dress-Up
ντύνομαι, βάζω τα καλά μου, μεταμφιέζομαι
sit up         
ABDOMINAL ENDURANCE TRAINING EXERCISE TO STRENGTHEN AND TONE THE ABDOMINAL MUSCLES
Sit up; Sit ups; Situp; Situps; Sit-ups; Sit-up (exercise)
ξαγρυπνώ, ανασηκώνω

Ορισμός

lock up
1.
Clasp, fasten, lock, close fast.
2.
Confine, shut up, restrain.

Βικιπαίδεια

Lock up
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για lock up
1. Forget lock up your daughters, it will be lock up your bins and beware of midnight raids by fly–tippers.
2. "I can lock up as many people as I can safely and reasonably lock up and there is a maximum capacity," he said.
3. "Lock up your children," warned the Globe and Mail.
4. The states lock up the insurance industry," he said.
5. It‘s to lock up supply, but then also hopefully price."